- ηλεκτρολύτες
- Χημικές ενώσεις που δίνουν, αν διαλυθούν σε ορισμένους διαλύτες, –από τους οποίους συνηθέστερος είναι το νερό– ηλεκτρικά αγώγιμο διάλυμα. Οι η. μεταφέρουν το ηλεκτρικό ρεύμα μέσα από τα διαλύματά τους με τα ιόντα που δημιουργούνται από την ηλεκτρολυτική τους διάσταση (βλ. λ. ηλεκτρόλυση) και πολλοί από αυτούς επιτρέπουν τη δίοδο του ηλεκτρικού ρεύματος ακόμα και όταν βρίσκονται σε κατάσταση τήγματος. Οι η. ως αγωγοί διακρίνονται από τους μεταλλικούς αγωγούς, επειδή η μεταφορά του ηλεκτρικού ρεύματος σε αυτούς συνοδεύεται με μεταφορά ύλης. Τα διαλύματα των η. διακρίνονται σε ισχυρά και ασθενή, ανάλογα με το αν η ηλεκτρολυτική διάσταση του η. είναι πλήρης ή όχι. Ο διαχωρισμός των η. σε ασθενείς και ισχυρούς δεν ανταποκρίνεται σε ιδιότητες των ίδιων των η., αλλά των διαλυμάτων τους και εξαρτάται από τη φύση του διαλύτη, τη θερμοκρασία, την πίεση, την πυκνότητα του διαλύματος κ.ά. Οι η. είναι κατά κανόνα υγρά διαλύματα οξέων, βάσεων και αλάτων (χλωριούχο νάτριο, θειικός χαλκός, χλωριούχο αμμώνιο, θειικό οξύ κλπ.) ή τηγμένα άλατα και βάσεις.
Η συσκευή ηλεκτροεναπόθεσης χαλκού αποτελείται από ένα ηλεκτρολυτικό στοιχείο (a) που περιέχει υδάτινο διάλυμα θειικού χαλκού (b), στο οποίο είναι εμβαπτισμένα δύο ηλεκτρόδια πλατίνας (c,c’), συνδεδεμένα εξωτερικά με πηγή συνεχούς ρεύματος (d). Με τη δίοδο του ρεύματος, η κάθοδος (c’) καλύπτεται από ένα λεπτό στρώμα καθαρού χαλκού (Cu), ενώ στην άνοδο εκλύεται αέριο οξυγόνο (O2). Η ποσότητα του χαλκού που έχει αναπτυχθεί μπορεί να υπολογιστεί με ζύγισμα.
Dictionary of Greek. 2013.